συφιλιδογραφία

συφιλιδογραφία
η, Ν
περιγραφή τής σύφιλης.
[ΕΤΥΜΟΛ. Νόθο αντιδάνειο σύνθ., πρβλ. αγγλ. syphilography < syphilis (πρβλ. σύφιλις, -ίλιδος) + -graphy (< -γραφία*)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • συφιλιδογραφικός — ή, ό, Ν [συφιλιδογραφία] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη συφίλίδογραφία …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”